Πόσων χρονών είναι το κουτάλι; Ποιος το εφηύρε; Αυτά είναι δύο ερωτήματα που οι απαντήσεις τους χάνονται στο πέρασμα του χρόνου.
Με το πέρασμα των αιώνων και την ανάπτυξη του πολιτισμού η ανάγκη του ανθρώπου να χρησιμοποιεί ένα σκεύος να σιτίζεται μεγάλωνε. Και καθώς μεγάλωνε η ανάγκη αυτή μεγάλωναν και οι μαγειρικές του ικανότητες. Έτσι κάπως και χρησιμοποιώντας αρχικά υποκατάστατα κουταλιών από φυλλώματα φυτών, είδη όστρακων και κοχυλιών και ανάλογου σχήματος πέτρες, γεννήθηκε το κουτάλι.
Ο απλός σχεδιασμός του, αποτελούμενος από ένα μικρό ρηχό ωοειδές ή στρογγυλό κοίλο τμήμα που συνδέεται με μια λαβή. Χρησιμοποιήθηκε για χιλιετίες από πολλούς αρχαίους πολιτισμούς.
Φαίνεται ότι το κουτάλι όπως περίπου το γνωρίζουμε σήμερα, εμφανίστηκε αρχικά στην Αρχαία Αίγυπτο. Ωστόσο, αρχικά δεν είχε τη χρήση που όλοι γνωρίζουμε σήμερα. Αυτά τα κουτάλια ήταν με χερούλια και χρησιμοποιούνταν για θρησκευτικούς σκοπούς. Ήταν φτιαγμένα από ελεφαντόδοντο, ξύλο, πυριτόλιθο και σχιστόλιθο εντοπίστηκαν σε διακοσμητικά αντικείμενα και σε ιερογλυφικά.
Όταν το κουτάλι άρχισε να χρησιμοποιείται και για την κατανάλωση φαγητού, το συνηθέστερο υλικό κατασκευής του ήταν το ξύλο. Και αυτό λόγω του γεγονότος ότι το ξύλο ήταν ένα πολύ οικονομικό υλικό σε αφθονία και λόγω της ευκολίας με την οποία το δημιουργούσαν. Με το πέρασμα των αιώνων, κατά τη διάρκεια της ελληνικής και ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, οι πλούσιοι μέσα από τα σκεύη που χρησιμοποιούσαν ήθελαν να δηλώσουν τον πλούτο τους. Έτσι τα κουτάλια τότε φτιάχνονταν από μπρούντζο και ασήμι. Κάτι που ίσχυσε μέχρι και το Μεσαίωνα.
Στην Αγγλία , η πρώτη καταγεγραμμένη απόδειξη «ύπαρξης» κουταλιών είναι το 1259, την εποχή του βασιλιά Εδουάρδου του πρώτου. Όπως και στην Αρχαία Αίγυπτο, έτσι και στην Αγγλία τα κουτάλια δεν τα χρησιμοποιούνταν για την κατανάλωση φαγητού. Τα χρησιμοποιούσαν σαν διακοσμητικά σε τελετές για να επιδείξουν πλούτο και δύναμη, όπως για τη στέψη του βασιλιά.
Κατά τις επόμενες περιόδους της Αναγέννησης, του Μπαρόκ και των Βικτωριανών χρόνων, ο σχεδιασμός του κουταλιού άλλαξε αρκετά, παίρνοντας τη σημερινή του σύγχρονη εμφάνιση περίπου στα τέλη του 18ου αιώνα.